Τον τρόπο εξάπλωσης της ηπατίτιδας C σε μια πληθυσμιακή ομάδα κατάφεραν να χαρτογραφήσουν Έλληνες και Βρετανοί ερευνητές,
σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο PLoS Computational Biology.
Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι τοξικομανείς που χρησιμοποιούν μη αποστειρωμένες σύριγγες. Καθένας εξ αυτών όντας ήδη φορέας της ηπατίτιδας C, μολύνει κατά μέσο όρο άλλα 20 άτομα, εκ των οποίων τα μισά εντός δύο ετών από την αρχική μόλυνση.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Γκίκα Μαγιορκίνη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σε συνεργασία με επιστήμονες του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής) και του Κολεγίου Ιμπέριαλ του Λονδίνου (Σχολή Δημόσιας Υγείας), μελέτησαν στοιχεία για τους χρήστες ναρκωτικών στην Ελλάδα που κάνουν ενέσιμη χρήση ουσιών.
Όπως ευελπιστούν, τα ευρήματά τους θα οδηγήσουν σε πιο έγκαιρη διάγνωση και έλεγχο της εξάπλωσης της νόσου, προτού εξελιχτεί σε επιδημία.
Σ' ολόκληρο τον κόσμο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου 180 εκατ. άνθρωποι ζουν με τον ιό της ηπατίτιδας C, οι περισσότεροι χωρίς καν να τογνωρίζουν. Όσοι είναι φορείς, συχνά δεν αναπτύσσουν συμπτώματα, παρά, αφότου περάσουν 20 χρόνια και στο μεταξύ μολύνουν άλλους ανθρώπους, χωρίς να το συνειδητοποιούν.
Ακριβώς, επειδή για την εξάπλωση του ιού από τον ένα άνθρωπο στον άλλο μπορεί να μεσολαβούν μήνες ή και χρόνια, είναι μέχρι σήμερα δύσκολο (αντίθετα με τη γρίπη) να βρεθεί ο τρόπος που ο ιός εξαπλώνεται με αργό ρυθμό στον πληθυσμό.
Για να ξεπεράσουν αυτό το πρόβλημα, οι ερευνητές ανέλυσαν τέσσερις επιδημίες ηπατίτιδας C στην Ελλάδα, μελετώντας επιδημιολογικά στοιχεία για 943 ασθενείς. Επίσης, μελέτησαν γενετικές πληροφορίες για τον ιό, με βάση δείγματα από 100 άτομα.
Τελικά, οι επιστήμονες ανέπτυξαν ένα υπολογιστικό-στατιστικό μοντέλο, από όπου προκύπτει ότι οι τοξικομανείς, εξαιτίας της ενδοφλέβιας χρήσης που κάνουν με ήδη χρησιμοποιημένες σύριγγες, είναι οι βασικοί υπεύθυνοι για την εξάπλωση της νόσου, καθώς καθένας απ' αυτούς μεταδίδει τον ιό σε άλλα 20 άτομα, κατά μέσο όρο.
Οι περισσότερες μολύνσεις λαμβάνουν χώρα κατά την πρώτη διετία μετά την αρχική μόλυνση. Οι τοξικομανείς είναι πιο πιθανό να μεταδώσουν την ηπατίτιδα C σε άλλο άνθρωπο κατά τις πρώτες ημέρες που οι ίδιοι έχουν μολυνθεί, επειδή τότε έχουν μεγαλύτερα επίπεδα του ιού στον οργανισμό τους.
Η μελέτη δείχνει ότι τα προγράμματα πρόληψης πρέπει να εστιάζουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως των τοξικομανών, όσο γίνεται νωρίτερα, ώστε να αποφεύγονται όσο το δυνατό περισσότερες νέες μολύνσεις.
Περίπου ένας στους πέντε (ποσοστό 20%) όσων έχουν μολυνθεί απο τον ιό, θα αναπτύξουν καρκίνο ή ηπατοπάθεια (κίρρωση) μέσα στην επόμενη 20ετία, οπότε η μόνη θεραπεία είναι η μεταμόσχευση ήπατος, η οποία έχει υψηλό κόστος.
Αντίθετα με τους άλλους ιούς της ηπατίτιδας, για τη C δεν έχει βρεθεί ακόμα εμβόλιο, αν και υπάρχουν άλλες αποτελεσματικές θεραπείες.
Η νόσος πάντως, που μεταδίδεται μέσω μολυσμένου αίματος, θεωρείται ότι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας.
Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι τοξικομανείς που χρησιμοποιούν μη αποστειρωμένες σύριγγες. Καθένας εξ αυτών όντας ήδη φορέας της ηπατίτιδας C, μολύνει κατά μέσο όρο άλλα 20 άτομα, εκ των οποίων τα μισά εντός δύο ετών από την αρχική μόλυνση.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Γκίκα Μαγιορκίνη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σε συνεργασία με επιστήμονες του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής) και του Κολεγίου Ιμπέριαλ του Λονδίνου (Σχολή Δημόσιας Υγείας), μελέτησαν στοιχεία για τους χρήστες ναρκωτικών στην Ελλάδα που κάνουν ενέσιμη χρήση ουσιών.
Όπως ευελπιστούν, τα ευρήματά τους θα οδηγήσουν σε πιο έγκαιρη διάγνωση και έλεγχο της εξάπλωσης της νόσου, προτού εξελιχτεί σε επιδημία.
Σ' ολόκληρο τον κόσμο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου 180 εκατ. άνθρωποι ζουν με τον ιό της ηπατίτιδας C, οι περισσότεροι χωρίς καν να τογνωρίζουν. Όσοι είναι φορείς, συχνά δεν αναπτύσσουν συμπτώματα, παρά, αφότου περάσουν 20 χρόνια και στο μεταξύ μολύνουν άλλους ανθρώπους, χωρίς να το συνειδητοποιούν.
Ακριβώς, επειδή για την εξάπλωση του ιού από τον ένα άνθρωπο στον άλλο μπορεί να μεσολαβούν μήνες ή και χρόνια, είναι μέχρι σήμερα δύσκολο (αντίθετα με τη γρίπη) να βρεθεί ο τρόπος που ο ιός εξαπλώνεται με αργό ρυθμό στον πληθυσμό.
Για να ξεπεράσουν αυτό το πρόβλημα, οι ερευνητές ανέλυσαν τέσσερις επιδημίες ηπατίτιδας C στην Ελλάδα, μελετώντας επιδημιολογικά στοιχεία για 943 ασθενείς. Επίσης, μελέτησαν γενετικές πληροφορίες για τον ιό, με βάση δείγματα από 100 άτομα.
Τελικά, οι επιστήμονες ανέπτυξαν ένα υπολογιστικό-στατιστικό μοντέλο, από όπου προκύπτει ότι οι τοξικομανείς, εξαιτίας της ενδοφλέβιας χρήσης που κάνουν με ήδη χρησιμοποιημένες σύριγγες, είναι οι βασικοί υπεύθυνοι για την εξάπλωση της νόσου, καθώς καθένας απ' αυτούς μεταδίδει τον ιό σε άλλα 20 άτομα, κατά μέσο όρο.
Οι περισσότερες μολύνσεις λαμβάνουν χώρα κατά την πρώτη διετία μετά την αρχική μόλυνση. Οι τοξικομανείς είναι πιο πιθανό να μεταδώσουν την ηπατίτιδα C σε άλλο άνθρωπο κατά τις πρώτες ημέρες που οι ίδιοι έχουν μολυνθεί, επειδή τότε έχουν μεγαλύτερα επίπεδα του ιού στον οργανισμό τους.
Η μελέτη δείχνει ότι τα προγράμματα πρόληψης πρέπει να εστιάζουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως των τοξικομανών, όσο γίνεται νωρίτερα, ώστε να αποφεύγονται όσο το δυνατό περισσότερες νέες μολύνσεις.
Περίπου ένας στους πέντε (ποσοστό 20%) όσων έχουν μολυνθεί απο τον ιό, θα αναπτύξουν καρκίνο ή ηπατοπάθεια (κίρρωση) μέσα στην επόμενη 20ετία, οπότε η μόνη θεραπεία είναι η μεταμόσχευση ήπατος, η οποία έχει υψηλό κόστος.
Αντίθετα με τους άλλους ιούς της ηπατίτιδας, για τη C δεν έχει βρεθεί ακόμα εμβόλιο, αν και υπάρχουν άλλες αποτελεσματικές θεραπείες.
Η νόσος πάντως, που μεταδίδεται μέσω μολυσμένου αίματος, θεωρείται ότι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.